ΠΡΟΣΦΩΝΗΣΙΣ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΚΟΡΙΝΘΟΥ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΕΙΣ ΤΟΝ ΜΑΚΑΡΙΩΤΑΤΟΝ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΝ ΑΘΗΝΩΝ ΚΑΙ ΠΑΣΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ κ.κ. ΙΕΡΩΝΥΜΟΝ β’ ΤΗΝ 28ην ΙΟΥΝΙΟΥ 2012

ΠΡΟΣΦΩΝΗΣΙΣ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΚΟΡΙΝΘΟΥ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΕΙΣ ΤΟΝ ΜΑΚΑΡΙΩΤΑΤΟΝ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΝ ΑΘΗΝΩΝ ΚΑΙ ΠΑΣΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ κ.κ. ΙΕΡΩΝΥΜΟΝ β’ ΤΗΝ 28ην ΙΟΥΝΙΟΥ 2012 ΑΠΟ ΤΑ ΠΡΟΠΥΛΑΙΑ ΤΟΥ ΚΑΘΕΔΡΙΚΟΥ ΙΕΡΟΥ ΝΑΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΠΑΥΛΟΥ ΚΟΡΙΝΘΟΥ ΠΡΟ ΤΗΣ ΛΙΤΑΝΕΙΑΣ

Ὅταν ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἐπενέβη μέ δυναμικό τρόπο, Μακαριώτατε ρχιεπίσκοπε θηνν κα πάσης λλάδος Κύριέ μοι, κύριε ερώνυμε, Πρόεδρε τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Σεβασμιώτατοι γιοι Συνοδικοί Σύνεδροι, Σεβασμιώτατοι, Ἱερώτατοι κα Θεοφιλέστατοι γιοι δελφοί, ντιμότατοι κ. Βουλευταί, κ. Περιφερειάρχα, κ. ντιπεριφερειάρχα, κ. Δήμαρχε Κορινθίων, ντιμότατοι ρχοντες, κ. κπρόσωποι τν Στρατιωτικν, στυνομικν κα λοιπν ρχν το Νομο μας, Εὐλαβέστατε ερ Κλρε καί Ὁσιώτατες Μοναστικές Ἀδελφότητες,  φιλάγιε κα εσεβ Λαέ το Θεο, στὴν ζωὴ τοῦ Ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν καὶ ἀπὸ διώκτη Σαῦλο κατέστησε αὐτόν Χριστοκήρυκα Παῦλο, στὸ δρόμο πρὸς τὴν Δαμασκὸ, ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς σημειώνει στὸ βιβλίο τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων:

«… καὶ πεσών ἐπὶ τὴν γῆν ἤκουσε φωνὴν λέγουσαν αὐτῷ Σαοὺλ Σαοὺλ τί μὲ διώκεις; εἶπε δὲ τὶς εἶ Κύριε; ὁ δὲ Κύριος εἶπεν ἐγὼ εἰμι Ἰησοῦς ὅν σὺ διώκεις ἀλλὰ ἀνάστηθι καὶ εἴσελθε εἰς τὴν πόλιν καὶ λαληθήσεταί σοι τί σὲ δεῖ ποιεῖν» (θ’, 4 - 6).

Μὲ αὐτοὺς τοὺς λόγους προοιμιάζω τὴν ταπεινή μου προσφώνηση πρὸς ὅλους Σας, οἱ ὁποῖοι μὲ τὴν ὑψηλὴ παρουσία Σας, δοξολογοῦντες τὸν Τρισάγιο Θεὸ καὶ γεραίροντες τὸν Θεῖο Ἀπόστολο, τιμᾶτε τὴν «ἀφνειὸν» Κόρινθον καὶ  κατά τό ὅραμά Του τὸν «πολὺν λαὸν τοῦ Θεοῦ» τῆς πόλεως αὐτῆς (πρβλ. Πραξ ιη’, 10), ἡ ὁποία ὅμως, ὅπως ὅλες οἱ πόλεις τῆς πατρίδος μας καὶ γενικώτερα τῆς νοτίου Εὐρώπης, ἔπαψε νὰ εἶναι εὐκατάστατη, καθώς συμμερίζεται τὴν τύχη ὅλων τῶν Ἑλλήνων καί τῶν Εὐρωπαίων.

Καί ὅπως ἐτρόμαξε ὁ Ἀπόστολος τότε ἀπὸ τὸ ξαφνικὸ καὶ ἀναπάντεχο γεγονός τῆς συνάντησής Του μέ τόν Χριστό, πού στήν συνέχεια ἔγινε πρόξενο τῆς ἀλλαγῆς τῆς ζωῆς του πρός τό καλύτερο, ὑψηλότερο καί ἁγιώτερο καὶ ἔπεσε ἐπὶ τῆς γῆς, ἔτσι τρομάζουμε κι᾿ ὅλοι ἐμεῖς, ὁ Λαός, σήμερα ἀπό τήν γενικώτερη ποικιλόμορφη κρίσι πού μᾶς συνέχει ἀλλά καί τὰ δυσβάστακτα οἰκονομικὰ κ. ἄ. βάρη πίπτουμε ἐπὶ τῆς γῆς «πτῶμα ἐξαίσιον». Ὅμως ἡ πρόνοια τοῦ Ἁγίου Θεοῦ ὅπως καί τότε στόν Παύλο μπορεῖ νά μᾶς μεταβάλλει, χρησιμοποιῶντας τήν κρίση αὐτή καί τήν πτώση πρός ἀνόρθωση, παιδαγωγία καί αἰσιόδοξη περαιτέρω πορεία καί ἐνῶ ὅλος ὁ λαός μας εὑρίσκεται σέ κατάσταση βαρυθυμίας καὶ ἀπογνώσεως, παραμυθητικὴ καί γλυκειά εἶναι ἡ φωνὴ τοῦ Χριστοῦ πού ἀκούγεται καί σέ μᾶς ὅπως καί τότε στόν Θεῖο Παῦλο: «ἀνάστηθι καὶ εἴσελθε εἰς τὴν πόλιν καὶ λαληθήσεταί σοι τί σὲ δεῖ ποιεῖν».

«Ἀνάστηθι» λαὲ τοῦ Θεοῦ καὶ «στῆθι ἐπὶ τοὺς πόδας σου»! Δὲν ἐτελείωσαν ὅλα, ὅσο δυσοίωνα κι᾿ ἂν φαίνωνται καὶ ὅσο ἀπελπιστικά κι᾿ ἄν προμηνύωνται τὰ τεκταινόμενα! Ὁ Εὐαγγελικὸς λόγος εἶναι σαφής: «οὐκ ἐπ᾿ ἄρτω μόνῳ ζήσεται ἄνθρωπος, ἀλλ᾿ ἐπὶ παντὶ ρήματι ἐκπορευομένῳ διά στόματος Θεοῦ» (Ματθ. δ’, 4)! κι᾿ αὐτό πρέπει νά τό συνειδητοποιήσουμε.

Σήκω λαὲ τοῦ Θεοῦ καὶ μπές στὴν πόλη. Τήν πόλη πού παρὰ τό δυσχείμερο τῆς καταστάσεως ἐξακολουθεῖ σεμνὰ καὶ ταπεινὰ νά ὑπάρχει καί νά ἀποδίδει τὴν εὐγνωμοσύνη, τὸ σέβας καὶ τὴν τιμὴ στὸν προστάτη καὶ πολιοῦχο της, τόν διδάσκαλο καὶ ποιμένα της, τὸν πατέρα της, Μέγα Ἀπόστολο Παῦλο!

Ἀγωνίσου νά ὀρθοποδήσεις πρῶτα. Στή συνέχεια ἀφοῦ προσλάβεις τούς λόγους τοῦ Κυρίου «οὐκ ἐπ᾿ ἄρτω μόνῳ ζήσεται ἄνθρωπος, ἀλλ᾿ ἐπὶ παντὶ ρήματι ἐκπορευομένῳ διά στόματος Θεοῦ» (Ματθ. δ’, 4)! εἴσελθε εἰς τήν πόλη σου καί τήν «πόλη τήν Ἁγία» τοῦ πνεύματος, τοῦ πνευματικοῦ σου πατέρα, τοῦ Παύλου. Αὐτός μέσα ἀπό τά θεόπνεστα λόγια του πού ἀπευθύνει διαχρονικά πρός Κορινθίους, λαλήσει περί τοῦ δεῖ ποιεῖν. Εἴσελθε στόν χῶρο τῆς σκέψης του, τοῦ ἤθους καί τοῦ ὕφους τοῦ ἔργου του. Θά βρῆς τό φῶς τῆς ζωῆς, τόν φωτισμό, τήν πορεία, τήν λύτρωση, τήν ὄντως Ζωή. Παρηγορήσου ἀπὸ τὴ σεπτὴ καί σεμνή παρουσία τοῦ Προκαθημένου τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος κ. κ. Ἱερωνύμου καί τῶν περὶ Αὐτὸν μελῶν τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ὡς καί τῶν λοιπῶν ἀπό τήν ἐλαχιστότητά μου προσκεκλημένων Σεβασμιωτάτων καί Ἱεροτάτων Ἀρχιερέων, οἱ ὁποῖοι ἀπὸ τῶν ἐγγὺς καὶ τῶν μακρὰν Μητροπολιτικῶν Ἐπαρχιῶν τους μέ προθυμία ἔσπευσαν νὰ μᾶς εὐλογήσουν Χριστώνυμε λαέ, συπροσευχόμενοι μαζί μας στὴν μνήμη τοῦ Προστάτη σου! στή μνήμη τοῦ Προστάτη μας καί Ἱδρυτοῦ τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἦλθαν Σεβάσμιοι Ἀρχιερεῖς ἀπὸ τὸ Πατριαρχεῖο Ρουμανίας, ἀπό τά πέρατα τῆς Ἑλληνικῆς γῆς γιὰ νὰ τιμήσουν τὸν πρῶτο μετὰ τὸν Ἕνα καὶ μὲ τὶς Ἀρχιερατικὲς εὐλογίες τους νὰ στηρίξουν «τὰς παρειμένας χείρας καὶ τὰ παραλελυμένα γόνατά» σου (Ἑβρ. ιβ’, 12).

Πῶς, λοιπόν, νὰ μὴν ἀποδώσουμε τὶς δίκαιες εὐχαριστίες μας πρὸς ἕνα ἕκαστο ἐκ τῶν ἁγιωτάτων Ἀρχιερέων, μὲ πρῶτον ἐσᾶς Μακαριώτατε Ἀρχιεπίσκοπε; Γιά τοῦτο καὶ μέ εὐγνωμοσύνη, μέ πολλή τιμή, σεβασμό καί εὐχαριστίες Σᾶς ὑποδεχόμεθα στὴν Ἀποστολικὴ Ἱερὰ Μητρόπολή μας, μέ τήν ὁλοκάρδια ἑλληνική εὐχή καί ἔκφραση ὡς  «εὖ παρέστητε»!

Εἴσελθε εἰς τὴ πόλιν, λαὲ τοῦ Θεοῦ, πνευματικὲ ἀπόγονε τοῦ Θειοτάτου Πρωτοκορυφαίου Παύλου, «καὶ λαληθήσεταί σοι τί σὲ δεῖ ποιεῖν»! Ἔλα εὐλογημένε λαὲ, πού χειμάζεσαι καὶ καταπονῆσαι πιεζόμενος ἀπὸ τὸν φόρτο καὶ τὸ ἄχθος τῆς καθημερινότητας, τό ὁποῖο ἀγγίζει, δυστυχῶς, τὰ ὅρια τῆς τραγωδίας, καὶ θὰ σοῦ δηλωθεῖ τί πρέπει νὰ κάνεις!

Ὁ Μακαριώτατος Ἀρχιεπίσκοπός, μας ὁ ὁποῖος μὲ τὴν γνωστή Του φρόνηση καὶ τίς ἀρετές του, τήν πίστη καί τήν ταπείνωση, πού τὸν κατακοσμοῦν, σάν ἄλλος «ἐν Δαμασκῷ» Ἀνανίας, θὰ διδάξει, θὰ ἐνισχύσει, θὰ ἐμπνεύσει, θὰ παρηγορήσει, θὰ στηρίξει, θὰ φωτίσει, ὥστε μὲ τὶς μεσιτικὲς πρεσβεῖες καὶ τὸ φῶς τῆς διδαχῆς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ὅπως εἶπα, νὰ πορευθοῦμε ὅλοι μας τὸν ἀνηφορικὸ δρόμο τῆς παρούσας ζωῆς. Καθώς «ὑ(ἡ)μῖν ἐχαρίσθη τὸ ὑπὲρ Χριστοῦ, οὐ μόνον τὸ εἰς αὐτὸν πιστεύειν, ἀλλὰ καὶ τὸ ὑπὲρ αὐτοῦ πάσχειν» (Φιλιπ. α’, 29).

Εὐχαριστοῦντες ἐνθέρμως Μακαριώτατε πάτερ καί δέσποτα Σᾶς παρακαλοῦμε νά λάβετε τὸν λόγο καὶ «λαλήσητε ἡμῖν τί ἡμᾶς δεῖ ποιεῖν».